Ο καιρός στο χωριό μας

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Παρουσίαση CD Κώστα Τσεμπελή: «Σαν έρθω φίλε να σε βρω»

(Φωτο: Ανθή Σαράντη)

«Με αυτόν τον δίσκο θέλω να εκφράσω την απέραντη θλίψη μου για τον πρόωρο και απρόσμενο θάνατο του αξέχαστου φίλου μου Βαγγέλη Φασμούλου» 
Κώστας Τσεμπελής

Σε μια πολύ όμορφη εκδήλωση, γεμάτη μουσική και συναίσθημα, έγινε την περασμένη Κυριακή 21 Απριλίου το απόγευμα η παρουσίαση του ψηφιακού δίσκου του Κώστα Τσεμπελή με τίτλο «Σαν έρθω φίλε να σε βρω..», στην αίθουσα εκδηλώσεων του Γυμνασίου και Λυκείου Γερακίου. 

Το CD είναι μια ανεξάρτητη παραγωγή, τα έξοδα της οποίας ανέλαβε εξ΄ ολοκλήρου ο δημιουργός του και διατίθεται δωρεάν, ενώ είναι αφιερωμένο στη μνήμη του φίλου του Βαγγέλη Φασμούλου, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή πριν από 5 χρόνια.

Αποτελείται από 7 λαϊκά τραγούδια, των οποίων τους στίχους έχει γράψει ο Κώστας Τσεμπελής, καθηγητής-φιλόλογος στο Μουσικό Γυμνάσιο Σπάρτης, ενώ τη μουσική υπογράφουν ο Μπάμπης Γούλας, ο Γιώργος Κόκκορης και ο Ανδρέας Σκιαδάς. Τα τραγούδια ερμηνεύτηκαν από τους: Σπύρο Κουτσοβασίλη και Νίκο Τσίπα, ενώ την οκταμελή ορχήστρα, αποτελούσαν, εκτός από τους προαναφερθέντες μουσικούς, οι: Γιαννης Καστρινάκης (ακορντεόν), Γιώργος Πρίμπας (μπουζούκι – μπαγλαμά) και Νίκος Κόκκορης (κρουστά). Στα διαλείμματα ανάμεσα στα τραγούδια ο στιχουργός – δημιουργός αναφέρθηκε στο θέμα του θανάτου, όπως εμφανίζεται στο έργο στιχουργών, ανώνυμων και επώνυμων, στη διαδρομή του ελληνικού παραδοσιακού, ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού.

Η παρουσίαση των τραγουδιών έγινε μέσα σε κλίμα συγκίνησης, αλλά το χειροκρότημα ήταν διαρκές και ενθουσιώδες από τους τουλάχιστον 150 παρευρισκόμενους λόγω του έντονου συναισθηματισμού που πήγαζε από το ιστορικό της δημιουργίας του δίσκου, αλλά και από τα ίδια τα ακούσματα: τους στίχους, τις μουσικές, αλλά και τις ζεστές, λαϊκές φωνές των τραγουδιστών. 

Όπως εξάλλου αναφέρει ο δισκοκριτικός του έγκυρου μουσικού περιοδικού «Δίφωνο», Αλέξης Βάκης, «... ο δίσκος αυτός εκλύει συγκίνηση και μόνο που τον πιάνει κανείς στα χέρια του, μιας και είναι φανερό ότι φτιάχτηκε με ειλικρινή και ανιδιοτελή αγάπη.» Αλλά και «..όσο και αν πρόκειται για μια «ερασιτεχνική κατά βάση προσπάθεια», όπως αναγράφεται στο ένθετο, τα τραγούδια ηχούν αρκετά στέρεα στη μουσική περιοχή που διάλεξαν να κινηθούν και η οποία μου φάνηκε αρκούντως «τσιτσανική».

Η όλη εκδήλωση διοργανώθηκε από τον δημιουργό και από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Γερονθρών, ενώ το ποσό που συγκεντρώθηκε θα διατεθεί σε κοινωφελή σκοπό, στη μνήμη του αδικοχαμένου Βαγγέλη. 

Το CD διατίθεται από τον Κώστα Τσεμπελή και από τον Πολιτιστικό Σύλλογο.
Ανθή Σαράντη
Πρόεδρος, Πολιτιστικού Συλλόγου Γερονθρών




Ομιλία του Κώστα τσεμπελή στην εκδήλωση

Καλησπέρα σας 

Θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας απόψε σ’ αυτόν εδώ το χώρο , που προσφέρθηκε για μια εκδήλωση μνήμης και περίσκεψης  με πολιτιστικές αποχρώσεις.
Οφείλω να ευχαριστήσω, επίσης, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτιστικού Συλλόγου Γερονθρών για την τιμή που μου κάνει να παρουσιαστεί υπό την αιγίδα του η δισκογραφική αυτή δουλειά.
Πολλές ευχαριστίες αξίζουν  στο Δήμο , καθώς και στους Διευθυντές του Γυμνασίου και Λυκείου για την παραχώρηση της αίθουσας εκδηλώσεων .
Τέλος, ιδιαίτερη μνεία απαιτείται για τους εμφανείς και αφανείς συντελεστές αυτού του ψηφιακού δίσκου: τους συνθέτες Μπάμπη Γούλα, Γιώργο Κόκκορη και Ανδρέα Σκιαδά που επένδυσαν μουσικά τους στίχους μου, τους τραγουδιστές Σπύρο Κουτσοβασίλη, Γιώργο Σκιαδά, Νίκο Τσίπα και Θόδωρο Βάρλα , τους μουσικούς που συμμετείχαν στις ηχογραφήσεις , τον Ανδρέα Σκιαδά που παραχώρησε το στούντιο ηχογράφησης , το Δημήτρη Μπεκιάρη για τις φωτογραφίες που συμπληρώνουν την έκδοση.
Όλοι οι παραπάνω εργάστηκαν ανιδιοτελώς.
Το κεντρικό θέμα της παρούσας εκδήλωσης  δεν είναι, δυστυχώς,  ούτε πρωτότυπο ούτε σπάνιο. Πρόκειται για τη στιχουργική του θανάτου. Όλοι μας γνωρίζουμε κι έχουμε τραγουδήσει τέτοια τραγούδια.
Η θεματική αυτή παρατηρείται σε πληθώρα ειδών, από την αρχαία ως την υπερρεαλιστική ποίηση  και από το δημοτικό τραγούδι ως τις πιο σύγχρονες μορφές του τραγουδιού, όπως η ροκ.
Στην παρούσα φάση θα περιοριστούμε σε μία σύντομη αναφορά στο δημοτικό  και σε μία , κάπως εκτενέστερη, αναφορά στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι.
Στο δημοτικό τραγούδι υπάρχει ιδιαίτερη κατηγορία που «στεγάζει» αυτό το θέμα: είναι τα «Μοιρολόγια ή τραγούδια του Κάτω Κόσμου και του Χάρου».
Η αναπαράσταση του Άδη στο δημοτικό τραγούδι διαιωνίζει, με τις αναγκαίες προσαρμογές, την παραδομένη αρχαιοελληνική αντίληψη για τον κόσμο των νεκρών, όπως αποτυπώνεται από την Οδύσσεια ως το Μένιππο.
Στον Χάρο ως προσωποποίηση του θανάτου και κυρίαρχο του Κάτω Κόσμου αποδίδονται εξωτερικά γνωρίσματα που παραπέμπουν σε προσδιορισμούς του Ερμή και του θανάτου στα Ομηρικά έπη και την τραγωδία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, σε ορισμένα δημοτικά τραγούδια, οι νεκροί διατηρούν γήινο σώμα και μορφή, έχουν συνείδηση, μιλιά και συναισθήματα, μόνο που στερούνται τα υλικά τους εφόδια:
Είδα τους νιους ξαρμάτωτους, τις νιες  χωρίς στολίδια
και τα μικρούτσικα παιδιά χωρίς πουκαμισάκια,
αναφέρει ο ανώνυμος δημιουργός.
Ο χαρακτήρας του θανάτου είναι, σε ορισμένα τραγούδια, πολεμικός. Ο Χάρος εμφανίζεται σαν έφιππος μαχητής, με αμείλικτο, βάρβαρο, εκδικητικό χαρακτήρα, πνεύμα χαιρεκακίας, άνανδρος, θηριώδης και μοχθηρός.
Άλλα δημοτικά τραγούδια προβαίνουν σε μία καταγγελία του θανάτου. Σε αυτά ο θάνατος εμφανίζεται ως αυτόβουλος , σατανικός ψυχοπομπός, που δικαίως λέγεται αδικητής, παράνομος και αμαρτωλός :
Χάρο δεν εβαρέθηκες να κάνεις αμαρτίες;
ρωτά το Χάρο ο άγνωστος δημιουργός.
Δεν θα επεκταθώ περισσότερο στο θέμα του θανάτου στο δημοτικό τραγούδι. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε ιδιαίτερα μακρύ χρόνο. Απλώς, αναφέρθηκα με συντομία για να καταδειχθεί ότι υπάρχει αδιάκοπη συνέχεια στον ελληνικό πολιτισμό: ο νεοελληνικός πολιτισμός «ακουμπά» στον αρχαιοελληνικό. Το δημοτικό τραγούδι «ακουμπά» στον Όμηρο και οι μεγάλοι λαϊκοί στιχουργοί φέρουν την αύρα του δημοτικού τραγουδιού.
Στο ρεμπέτικο-λαϊκό τραγούδι η σχετική θεματική μας είναι γνωστή, κυρίως, από  τραγούδια όπως: “Τώρα που φεύγω απ’ τη ζωή”, “Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα”, “Πέντε Έλληνες στον Άδη”, “Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά”, “ Ίσως αύριο” κ.α.
Απόψε, θα επιχειρήσω μια περιδιάβαση σε στίχους που έγιναν τραγούδια τα οποία δεν είναι ευρέως γνωστά και θα προσπαθήσω να φωτίσω την πρόθεση που είχε ο στιχουργός έναντι του Χάρου.
Στο είδος αυτό , ο επώνυμος  , συνήθως , δημιουργός αντιμετωπίζει το Χάρο με διάφορους και ,ορισμένες φορές, απρόσμενους τρόπους.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης στο τραγούδι Αρρώστησα στα ξένα μακριά σου , συνδυάζει την ανίατη ασθένεια με την ξενιτιά:
Αρρώστησα στα ξένα μακριά σου
κι ο Χάρος μ’ έχει εύρει μοναχό
μανούλα μου πως να’ μουνα κοντά σου
στο έρημό μας σπίτι το φτωχό.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το τραγούδι του Νίκου Ρούτσου και Γιάννη Τατασόπουλου Γλυκοχαράζει ο Αυγερινός , μα εδώ υπάρχει και μια άπιστη γυναίκα που προκάλεσε το κακό:
Έρημος, ξένος και φτωχός   / χαροπαλεύω μοναχός
και μια ψυχή που μ’ έφερε /  σ’ αυτή τη μαύρη θέση 
ποτέ δεν ήρθε να με δει / και να με συμπονέσει.

Στο τραγούδι του Γιάννη Κυριαζή, με τίτλο Θέλω βαριά να κοιμηθώ, ο θάνατος φαντάζει σαν λύτρωση από τα βάσανα της ζωής:   
Θέλω βαριά να κοιμηθώ/ τα μάτια μου να κλείσω
για πάντα να ξεκουραστώ/ να μην ξαναξυπνήσω.

Σε άλλα τραγούδια ο Χάρος φτάνει σε ακραίο σημείο αναλγησίας και δείχνει ότι δεν έχει κανένα απολύτως όριο. Στο τραγούδι Ο Χάρος ετρελάθηκε, ο Οδυσσέας Μοσχονάς τραγουδά:
Ο Χάρος έστησε θηλιά / κι έπνιξε το παιδί του
κι έδειξε άλλη μια φορά/ τη μαύρη την ψυχή του.

Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις , όπως στο τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη, όπου ο θάνατος συνδέεται με  το φόνο και τη  βεντέτα:
Μάνα μου με σκοτώσανε/ δυο μαχαιριές μου δώσανε
αυτοί που με ζηλεύουνε/ και το κακό μου θέλουνε.
Τα δυο μικρά τ’ αδέρφια μου/ όταν θα μεγαλώσουν
να παν να βρούνε το φονιά/ και να τονε σκοτώσουν.

Λύτρωση από το μέγα βάσανο της ζωής , τον έρωτα, αποτελεί ο θάνατος στο τραγούδι των Γεράσιμου Κλουβάτου και Χαράλαμπου Βασιλειάδη Βύθισέ μου το μαχαίρι, σύμφωνα με την επίκληση του στιχουργού στην άκαρδη γυναίκα:
Βύθισέ μου το μαχαίρι /φέρ’το βόλτα στην καρδιά
απ’ το χέρι σου να πάει / η λεπίδα πιο βαθιά.
Στάλα στάλα με ποτίζεις δηλητήριο
σκότωσέ με να τελειώσει το μαρτύριο.

Άλλοτε ο θάνατος καταγγέλει το άδικο κοινωνικό σύστημα , όπως προκύπτει από το τραγούδι του Κώστα Βίρβου  Ήρθα, είδα και θα φύγω:
Ο θάνατος είναι γλυκός/ για τους βασανισμένους
ετούτος ο παλιοντουνιάς / είναι για ορισμένους. 
Ήρθα, είδα και θα φύγω/ σαν περαστικό πουλί
δυστυχής κι αδικημένος/ όπως όλοι οι καλοί.

Ή, ακόμα, συνδυάζει με τρόπο συγκλονιστικά επίκαιρο , αν και έχει γραφτεί το 1958, την ανεργία με την τάση για φυγή από τη ζωή, όπως παρατηρεί ο Θόδωρος Δερβενιώτης στο τραγούδι Ποιος έχει πέτρινη καρδιά:
Κυνηγημένος, καταστραμμένος/με γυναίκα και παιδιά
και χωρίς δουλειά ο δόλιος/ στου χειμώνα την καρδιά.
Πάει και παίρνει ο θάνατος/ κορμιά ευτυχισμένα
κι αφήνει και παιδεύονται/ ανθρώπους σαν και μένα.

Δε λείπει, όμως, και το σχετικό δίλημμα, όπως επισημαίνει ο Μπάμπης Μπακάλης:
Όλα τα βάρη πέσανε στην πλάτη μου απάνω
κι ούτε να ζήσω δεν μπορώ ούτε και να πεθάνω.

Επίσης, το λαϊκό τραγούδι προβάλλει την απόλυτη ισότητα μπροστά στο θάνατο. Οι στίχοι του Μιχάλη Μανταράκη στο τραγούδι Όσοι έχουνε λεφτά αναφέρουν:
Και όσοι έχουνε λεφτά / ποια είναι η προκοπή τους
πεθαίνουν κι ούτε δίφραγκο/δεν παίρνουνε μαζί τους.

Ο στίχος σε άλλο τραγούδι, του Μπάμπη Μπακάλη, με τίτλο Άνθρωπέ μου θα πεθάνεις, γίνεται συμβουλευτικός και ηθικοπλαστικός:
Σκέψου καλά, βρε άνθρωπε / μια μέρα θα πεθάνεις
γι’ αυτό σε άλλονε κακό / ποτέ σου να μην κάνεις.

Ο Γιώργος Μητσάκης εκφράζει το γνωστό λαϊκό ρητό επενδυμένο με τους στίχους του:
Η μοίρα έτσι τα’ φερε /κανένας δεν μου φταίει
ζωή δεν έχω πιο πολλή/ γιατί στον κόσμο οι καλοί
πάντα πεθαίνουν νέοι.
Όμως, η θεώρηση του θανάτου στο λαϊκό τραγούδι παίρνει και μιαν άλλη,αισιόδοξη τροπή: ο Άλλος Κόσμος δεν είναι μαύρος και απάνθρωπος, αλλά  καλύτερος από ετούτον εδώ τον κόσμο. Ο στιχουργός Θεοδώσης Άθας, σε τραγούδι που μελοποίησε ο Γιώργος Ζαμπέτας, περιγράφει με παραστατικό τρόπο ένα Γλέντι Ρωμέικο:
Στον άλλο κόσμο εσμίξανε/ και στο κρασί το ρίξανε
και όλοι τους μεθύσανε/ το γλέντι αρχινίσανε.
Βαθύ βαρέλι αδειάσανε/ τ’ άδεια κεφάλια φτιάξανε
τρακόσια πιάτα σπάσανε/κι οι γύρω τους θαυμάσανε.
Πες μας Χάρε τι συμβαίνει
τι έχουν πάθει οι πεθαμένοι
τι έχουν πάθει οι πεθαμένοι
και γλεντούν ρωμέικα.
Ο ίδιος στιχουργός σε άλλο τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα αντιπαραθέτει την αξιόλογη ζωή του Κάτω Κόσμου προς την ανάξια ζωή του Πάνω Κόσμου:
Μέσα στο γλυκοσούρουπο / και μέσα στον Απρίλη
ήρθανε να με πάρουνε / οι πεθαμένοι φίλοι.
-Φίλε παράτα το τσαρδί / το βαρυγγώμιμά του
και το ντουνιά το ντενεκέ/ κι έλα μαζί μας κάτω.
Εκεί δεν κάνουνε λαδιές/ δε στήνουνε παγίδες
εκεί  ‘ναι άνθρωποι καλοί/ και φίνοι μπεσαλήδες. 
Όπως έγινε φανερό από όσα προαναφέρθηκαν, δεν έρχομαι  για να φέρω κάτι καινοφανές και άγνωστο. Θεωρώ, λοιπόν, ότι δεν είμαι παρά ένας ταπεινός ακόλουθος αυτών που με το στίχο τους έθιξαν, προσέγγισαν, άγγιξαν,  ξόρκισαν, προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν το ανεξάντλητο θέμα του θανάτου.
Οι στίχοι μου είναι βιωματικοί: έβγαιναν μόνοι τους, δεν χρειαζόταν προσπάθεια. Το συναίσθημα ήταν χείμαρρος  που ήθελε να ξεσπάσει και να εκφράσει τα πάντα: απορία, αγάπη, πόνο, θλίψη, πίκρα, απογοήτευση, οργή, κουράγιο, απαντοχή, ελπίδα, ανάμνηση ή και όλα μαζί.
Εξάλλου, η ποιήτρια Κική Δημουλά αναφέρει ότι : «ενώ όλα σχεδόν έχουν ειπωθεί, η γλώσσα να επιμένει και να μας πείθει ότι δεν ειπώθηκαν τα σημαντικότερα».
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Η θεματική του θανάτου δεν  με απασχολεί ούτε παρελθοντικά, ούτε παροντικά, ούτε μελλοντικά, αλλά α-χρονικά. Η στιχουργία μου πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν είναι παρά  μια μελωδική διαμαρτυρία έναντι του ανίκητου Χάρου με λόγια καθαρά, χωρίς μισόλογα και υπαινιγμούς.  Όραμά μου η στιγμή που ο άνθρωπος θα νικήσει το Χάρο.
Θα κλείσω με τους στίχους που έχω γράψει σχετικά, για τους οποίους έχει εκφράσει θετική γνώμη ο Στέλιος Βαμβακάρης , ο οποίος και τους έχει στα χέρια του:
ΟΤΑΝ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙ Ο ΧΑΡΟΣ
Θα τον χτυπήσω εγώ το Χάρο μαχαιριά
και θα του στήσω την ενέδρα πονηρά
κι όσο κι αν θέλει τη ζωή να κυβερνά
θα τονε κάνω  να χαθεί παντοτινά.
Θα τον χτυπήσω μία μέρα ξαφνικά
και θα χαρίσω πια σε όλους τη χαρά
θε να μου στήσουν μες στην πόλη προτομή
πελεκημένη με φροντίδα περισσή.
Κι όταν θα πεθάνει ο Χάρος
η ζωή θ’ αναστηθεί
δε θα τη βαραίνει βάρος
και θα κλείσει η πληγή.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Η παρούσα εκδήλωση αφιερώνεται στο Βαγγέλη και σε όσους ακόμα συγχωριανούς και φίλους «έφυγαν» νέοι για έναν άλλο – ΑΓΝΩΣΤΟ- κόσμο: στον Πανούλη Κούρλα, τον Αντώνη Τσολομύτη, τον Τάκη Κούρλα, το Θανάση Ζάχο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: